Ἡ
πεῖρα του, ὁ ἀνθρωπισμός του, οἱ μειλίχιοι τρόποι του, οἱ γνώσεις τίς ὁποῖες ἀπέκτησε,
τά ἀλτρουιστικά του αἰσθήματα, ἡ μεγάλη του καρδιά, ἡ ἀνιδιοτέλεια του, τό
θάρρος του, ἡ ἀνδρεία του, ἡ ἁπλότητα του καί ἡ φιλοπατρία του συνθέτουν τήν
μεγάλη φυσιογνωμία τοῦ ἀγωνιστή μέ τίς σπάνιες στρατιωτικές, κοινωνικές,
πολιτικές , πνευματικές καί ἀνθρωπιστικές ἀρετές.
Ὁ
Κολοκοτρώνης φανερώνεται ἥρωας μέ πίστη, στρατηγός τέλειος, μέ πολιτικότητα καί
εὐγενή ἀνθρωπιστικά καί πνευματικά ἰδεώδη κι' αἰσθήματα.
ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΑΣ ΣΠΙΤΙ
Μία ἡμέρα ὁ Κολοκοτρώνης, ευθυμολογώντας ὡς
συνήθως, ρώτησε τόν γιό του τόν Κολλίνο:
"Ποιό εἶναι τό Ἐθνικό σπίτι τῆς Ἑλλάδος;"
Δέν ἤξερε τί νά τοῦ ἀπαντήσει ὁ νεαρός, ἀλλά βιάστηκε νά εἰπεῖ, μέ ὅλη του τήν ἀφέλεια:
" Τό παλάτι τοῦ Βασιλιᾶ!"
"Ὄχι παιδάκι μου, δέν εἶναι αὐτό " ἀπάντησε
ὁ Γέρος τοῦ Μωριᾶ. " Τό Ἐθνικό μας σπίτι εἶναι τό Πανεπιστήμιο!"
ΤΑ ΕΞΟΔΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ
Κάποτε ποῦ μπῆκε ἡ συνοδεία τοῦ κυβερνήτη
στόν Άϊ-Γιώργη, ὁ Καποδίστριας εἶπε στόν Κολοκοτρώνη: «Ποῦ θά γίνει ἀπόψε τό
κατάλυμα μας;» «Στοῦ δεσπότη», τοῦ ἀπάντησε ὁ Γέρος. «τότε νά φροντίσω νά
πληρωθοῦν ὅλα τά ἔξοδα». «Ποιός λογαριάζει τέτοια ἔξοδα, ὑπερεξοχότατε», εἶπε ὁ
Γέρος, κι' ὁ κυβερνήτης συνέχισε: «Διαφορετικά, ἅμα φύγουμε αὔριο ἀπό τό χωριό,
θά ρίξουν ἔρανο στούς φτωχούς χωριάτες γιά τά ἔξοδα ποῦ κάνανε στήν ὑποδοχή τοῦ
κυβερνήτη καί, τό χειρότερο, θά μαζέψουν διπλάσια», εἶπε ὁ κυβερνήτης αὐστηρά.
«Κράτα τήν οὐρά τοῦ ποντικοῦ μή στάξει στό πιθάρι» εἶπε ὁ Κολοκοτρώνης. «Καί τί
ἔχει νά κάνει ὁ μῦθος σου μέ τά ἔξοδα τοῦ δεσπότη;» εἶπε ὁ κυβερνήτης. « Ἔχει
καί παραέχει. Πληρώσει, δέν πληρώσει, ἡ ὑπερεξοχότητά σου, θά συνάξει ὁ
δεσπότης τά γρόσια του. Ὅσο γιά τά δικά μας ἔξοδα, εἶναι λάδι ποῦ ἔσταξε ἀπό
τήν οὐρά τοῦ ποντικοῦ». Παρά ταῦτα ὁ κυβερνήτης πλήρωσε στό δεσπότη τά ἔξοδα τῆς
συνοδείας.
ΖΗΤΟΓΡΑΥΓΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΥΝΗΜΑΤΑ
Στίς περιοδεῖες του Καποδίστρια ἀκολουθοῦσε
καί ὁ Κολοκοτρώνης κι' ὁ ταχυδρόμος του, ὁ περίφημος Καρδαμάς, ποῦ φοροῦσε τήν
χρυσοκεντημένη φορεσιά του καί καβαλίκευε ἕνα μαῦρο καμαρωτό ἄλογο. Μία φορά ποῦ
μπῆκαν ὅλοι μαζί, ὁ Κυβερνήτης, ὁ Κολοκοτρώνης , ὁ Καρδαμάς καί ἄλλοι, στόν Αϊ-
Γιώργη Κορινθίας, ὁ κόσμος νόμιζε τόν Κάρδαμα γιά Κυβερνήτη κι' οἱ χωριάτες τόν
χαιρετοῦσαν, τόν προσκυνοῦσαν καί τόν ζητωκραύγαζαν. Ὁ Κολοκοτρώνης τό εἶδε αὐτό
καί εἶπε στόν κυβερνήτη: «Δέν πάει καλά τό πρᾶγμα, ὑπερεξοχότατε. Πρέπει ὁ λαός
νά γνωρίζει τόν κυβερνήτη του». Κι' ὁ Κυβερνήτης τοῦ εἶπε: «Τί πρέπει νά κάνω;»
«Πρέπει νά βάλεις κι' ἡ υπερεξοχότητά σας τά καλά σας», τοῦ ἀπάντησε ὁ Γέρος
κι' ὁ Κυβερνήτης ὑποχώρησε στή γνώμη τοῦ Κολοκοτρώνη κι' ἔβαλε τήν ἐπίσημη
στολή του.
ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ
Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ τρόπος ποῦ ἔκοψε τό
κάπνισμα ὁ Κολοκοτρώνης.
Ὅταν κάποτε ξέμεινε ἀπό καπνό, ἔξυσε τό τσιμπούκι του γιά νά καπνίσει ὅσα ὑπολείμματα εἶχαν μείνει, ἀλλά ἀηδίασε ἀπό τήν πίκρα. «Ὁρίστε ἄνθρωπος ποῦ θέλει νά ἐλευθερώσει τόν τόπο του καί δέν μπορεῖ ὁ ἴδιος νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τό πάθος του. Θεέ μου συγχώρα μέ», εἶπε καί πέταξε τό τσιμπούκι.
Ἄν καί ἔκοψε τό κάπνισμα, τοῦ ἄρεσε νά ρουφάει μέ τήν μύτη, τήν μυρωδιά τοῦ καπνοῦ ἀπό μία ταμπακιέρα ποῦ τοῦ εἶχε χαρίσει ὁ Καποδίστριας.
ΤΟ ΣΩΒΡΑΚΟ
Ὁ Κολοκοτρώνης γράφει στόν Αλεξανδρόπουλο:
«Νά προσπαθήσεις νά 'βρεις μερικό πανί καί νά μοῦ κάνουν ἕνα σώβρακο, τό ὁποῖο
νά γίνει λίγο μακρύ καί τά καλαμοπόδαρα νά γίνουν ἕως κάτω καί, μέ κάθε τρόπο,
νά μοῦ τό στείλεις, διότι δέν ἔχω διόλου καί τό περιμένω ἄφευκτα». Ἕνα σώβρακο
εἶχαν ὅλο- ὅλο οἱ πολεμιστές καί τό ‘βγαζαν καί τό ‘'πλεναν κρυφά ἤ τό ‘'πλεναν
καμιά μεγάλη γιορτή, ποῦ πήγαιναν στό σπίτι τους ν’ ἀλλάξουν. Ἀλλά ποιός εἶχε
νοῦ γιά πλύσιμο καί καθαριότητα μέσα στό καμίνι τοῦ πολέμου; Ἔτσι μᾶς χάρισαν
τήν λευτεριά οἱ προγονοί μας.
Η ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΣΤΟΝ ΔΟΛΟΦΟΝΟ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΤΟΥ
Λέγεται ὅτι ὁ Κολοκοτρώνης δέχτηκε το φονιᾶ
του ἀδελφοῦ του Γιάννη καί τόν συγχώρησε!
Δέν τόν βοήθησε σέ κάτι ποῦ τοῦ ζήτησε, ἀλλά
τοῦ ἔκανε τό τραπέζι!
Στό ἴδιο τραπέζι ἔκατσε καί ἡ μάνα του, ἡ
Ζαμπία. Μόλις ἀναγνώρισε τό κεντημένο πουκάμισο τοῦ γιοῦ της ποῦ τό φοροῦσε ὁ
δολοφόνος, ξέσπασε σέ κλάματα. Τά ἔβαλε μέ τόν στρατηγό: "Πῶς βάζεις στό
τραπέζι μας, τόν φονιᾶ τοῦ ἀδελφοῦ σου;"
"Σώπα μανά! Ἐγώ τόν συγχώρεσα καί αὐτό τό τραπέζι εἶναι τό καλύτερο μνημόσυνο γιά τόν μακαρίτη τόν ἀδελφό μου" Καί ξέσπασε καί ΄κεῖνος σέ κλάματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΧΟΛΙΑ -COMMENTS